Χριστίνα Αντωνιάδου
Όποιος έχει μετακομίσει έστω και μια φορά στη ζωή του ξέρει τι εστί βερίκοκο. Όταν δε πρόκειται για μετακόμιση από Λονδίνο στο Johannesburg, το εγχείρημα αποτελεί πραγματικό άθλο, διότι 9.000 χιλιόμετρα εναέριας απόστασης δεν είναι δα και λίγα. Μάλιστα η αποστολή με τα χαρτοκιβώτια θα διανύσει ακόμη περισσότερα μίλια με το καράβι.
Κι επειδή κάποιοι με χαρά έβγαλαν το συμπέρασμα ότι επέστρεψα στη… Γερμανία, ας επισημάνω με την ευκαιρία ότι το Johannesburg μπορεί μεν να ακούγεται πολύ γερμανικό, δεν παύει όμως να βρίσκεται στη Νότια Αφρική. Από το 1886 είναι εκεί, στο κάτω άκρο της αφρικανικής ηπείρου, η μεγαλύτερη πόλη της χώρας με το λιγότερο πρωτότυπο όνομα σε σύγκριση με όλα τα άλλα αφρικανικά τοπωνύμια που φαντάζουν πολύ πιο εξωτικά και μυστηριώδη.
Στο Λονδίνο μέναμε σε επιπλωμένο διαμέρισμα και έτσι, με εξαίρεση μια ραφιέρα και τον υπολογιστή μαζί με το γραφείο του, δεν έχουμε να μεταφέρουμε άλλα έπιπλα. Ο συνολικός αριθμός των χαρτοκιβωτίων μέσα στα οποία έχουν στοιβαχτεί ρούχα, παπούτσια, κάποιες οικιακές συσκευές, βιβλία και ντοσιέ είναι μάλλον πενιχρός. Μια μεταφορική εταιρεία αναλαμβάνει να συσκευάσει τα πράγματα μέσα σε λίγες ώρες με τάξη και ασφάλεια και έτσι η ζωή ενός χρόνου στο Λονδίνο κατευθύνεται προς το Durban, το νοτιοαφρικανικό λιμάνι στον Ινδικό Ωκεανό, όπου όλα πρέπει να εκτελωνιστούν. Κανονικά, τα χαρτοκιβώτια θα έπρεπε εντός 6 εβδομάδων να βρίσκονται ήδη στη νέα μας κατοικία, αλλά έχουν συμπληρωθεί τελικά 12 εβδομάδες, όταν πια το φορτηγό της μεταφορικής θα πάρει ράθυμα τη στροφή και θα σταματήσει μπροστά στο gate μας. Τον λόγο αυτής της καθυστέρησης δεν θα τον μάθουμε ποτέ. Σε τι θα χρησίμευε, άλλωστε; Το ένα μετά το άλλο τα λιγοστά πραγματάκια μας ξεμυτίζουν ανυπόμονα από τη χάρτινη συσκευασία τους και μετά από τόσες εβδομάδες στο σκοτάδι έχουν μεγάλη περιέργεια να γνωρίσουν το καινούργιο, άδειο ακόμα σπιτικό τους. Προσπαθώ να ανοίξω τα κιβώτια που μόλις έφτασαν για να βάλω μια στοιχειώδη τάξη. Δεν θα τα καταφέρω όμως, γιατί εκεί που ξεπακετάρω με διακόπτει ένα δυνατό κελάηδισμα που έρχεται απ΄ έξω, από τον πανέμορφο κήπο του σπιτιού μας.
Κοιτάω προς τα εκεί και τι να δω; Ένα σμήνος πουλιά φτερουγίζουν γύρω από ένα δέντρο και φαίνεται να έχουν μεγάλα κέφια. Όλο ζωή και χαρά το κάθε πουλί κάνει τραμπάλα πάνω σε ένα κλαδί μέχρι να βαρεθεί και μετά πηδάει με ευκολία στο επόμενο. Μερικοί σολίστ του μουσικού συνόλου έχουν καταφύγει σε ένα θάμνο από όπου τιτιβίζουν με τη στεντόρεια φωνή τους ένα χαρούμενο τραγουδάκι. Είναι φωνακλάδες, κοινωνικοί και είναι κι όμορφοι επιπλέον με το κίτρινο φτέρωμα.
Πώς να λέγονται άραγε; Αναζητώντας στο Google βρίσκω πράγματι ένα είδος πουλιών που φαίνεται να έχει μεγάλη ομοιότητα με τους φίλους μου στον κήπο. Είναι προφανές ότι πρόκειται για τα πουλιά-υφαντές και αυτή η πολλά υποσχόμενη ανακάλυψη με εξιτάρει ακόμη περισσότερο, κυρίως επειδή παρατηρώ τώρα ότι κάποια από τα πουλιά πηγαινοέρχονται κουβαλώντας με το ράμφος τους χορταράκια.
Είναι Οκτώβρης, άνοιξη δηλαδή για τη Νότια Αφρική και επομένως περίοδος αναπαραγωγής για τα πουλιά. Οι αρσενικοί πρέπει να αποδείξουν ότι είναι καλοί στο χτίσιμο της φωλιάς για να μπορέσουν να κατακτήσουν τα θηλυκά και να ζευγαρώσουν. Ως πολυγαμικό είδος που είναι, κατασκευάζουν ταυτόχρονα αρκετές κρεμαστές φωλιές που τις πλέκουν περίπλοκα και με μεγάλη μαεστρία. Οι φίλοι μας με το φωτεινό κίτρινο χρώμα εργάζονται βάσει σχεδίου, αφού έχουν φροντίσει προηγουμένως να απομακρύνουν με εξαιρετική επιμέλεια όλα τα φύλλα από το κλαδί στο οποίο έχουν διαλέξει να χτίσουν τη φωλιά, πιθανόν για να μην υπάρχει πρόσφορο πεδίο επίθεσης για τους επίδοξους αναρριχώμενους εχθρούς.
Είναι πράγματι εντυπωσιακό ποιες μεθόδους επινοεί η φύση για να εξασφαλίσει την αναπαραγωγή και τη διατήρηση των ειδών. Μου έρχεται στο νου το θέαμα που αντικρίσαμε σε ένα σαφάρι, το οποίο εδώ ονομάζεται game drive, όταν είδαμε ολόκληρες σειρές από σκαθάρια σουβλισμένα, καρφωμένα δηλαδή σε αγκάθια και βελόνες φυτών. Η αρχική μας υπόθεση, η οποία αποδείχτηκε αβάσιμη, ήταν ότι έχουμε να κάνουμε με σαδιστικές πρακτικές του ζωικού βασιλείου. Ο ranger όμως, ο οδηγός στο εθνικό πάρκο, μας εξήγησε ότι πρόκειται για το αρσενικό πτηνό ενός είδους το οποίο με τον τρόπο αυτό ετοιμάζει το κατάλυμά του για το χειμώνα και το εφοδιάζει με προμήθειες.
Αυτές οι αποθήκες προμηθειών είναι κάτι σαν το ψυγείο μας δηλαδή που πρέπει να εφοδιαστεί καταλλήλως και στο οποίο καταφεύγουμε κάθε φορά που θα νιώσουμε το αίσθημα της πείνας. Όσο πιο γεμάτη η αποθήκη του αρσενικού, τόσο μεγαλύτερη η επιτυχία του στην προσπάθειά του να παρακινήσει ένα θηλυκό να ζευγαρώσει μαζί του. Μήπως και στους ανθρώπους δεν συμβαίνει το ίδιο; Όσο πιο εξασφαλισμένος οικονομικά είναι ένας άνδρας, τόσο περισσότερες γυναίκες ενδιαφέρονται γι’ αυτόν, ακόμα κι όταν δεν ξεχωρίζει ιδιαίτερα για άλλες του αρετές.
Ας επιστρέψουμε όμως στα πουλιά-υφαντές. Όταν κάθε πρωί κοιτάζω έξω από το παράθυρο, βλέπω τα αρσενικά να εργάζονται φιλότιμα και να έχουν προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό την κατασκευή των σφαιρικών φωλιών τους. Είναι σκέτη απόλαυση να τα παρατηρεί κανείς την ώρα που δουλεύουν με πόσο μεράκι και ενθουσιασμό επιτελούν το έργο τους. Πετούν ακούραστα στη γύρω περιοχή και μεταφέρουν χορταράκια και λωρίδες από φύλλα για να τα πλέξουν με το ράμφος τους με μια κοπιαστική, λεπτοδουλεμένη τεχνική. Αποδεικνύονται εξαιρετικοί αρχιτέκτονες και μηχανικοί συνάμα. Στην αρχή, στερεώνουν ένα στεφάνι οβάλ σχήματος σε ένα κλαδί, μετά ισορροπούν με ανοιχτά τα πόδια πάνω του και πλέκουν κάθε ένα χορταράκι ξεχωριστά ώσπου να τελειώσουν τη μισή πλευρά μιας στέρεης, πυκνοϋφασμένης μπάλας. Περίτεχνα περνάνε μία μία κάθε επόμενη ίνα γύρω από το ημισφαίριο που κατασκευάζουν.
Μα πώς να μη θαυμάσω την επιδεξιότητα και τις διάφορες στάσεις που παίρνουν οι υφαντές καθώς δουλεύουν; Στρίβουν το λαιμό τους και στραβώνουν τα πόδια τους με τόσο ασυνήθιστο τρόπο, που πολύ φοβάμαι ότι όπου να ’ναι θα τα στραμπουλήξουν. Μπα, τίποτα δεν παθαίνουν.
Όταν η οροφή της μπάλας έχει πάρει πια ελλειπτικό σχήμα, τα πουλιά κρεμιούνται από την κάτω πλευρά και συνεχίζουν τη δουλειά τους επιδέξια και με γρηγοράδα. Υφαίνουν τον πάτο της φωλιάς μέχρι να τελειώσει, ανοιγοκλείνοντας αδιάκοπα τις φτερούγες τους για να μη χάσουν την ισορροπία τους. Η φωλιά κλυδωνίζεται συνεχώς πέρα δώθε λόγω των κατασκευαστικών εργασιών και του φτεροκοπήματος του πουλιού, αλλά δεν πέφτει από το κλαδί γιατί ο έμπειρος μάστορας την έχει στερεώσει πολύ γερά.
Με πιάνει ζαλάδα και μόνο στη θέα της διαδικασίας αυτής, γιατί φαντάζομαι τον καλό μου στη θέση του πουλιού. Σε κάποια παρόμοια προσπάθεια να ετοιμάσει ένα σπιτικό, το κεφάλι του θα είχε γίνει κατακόκκινο μέσα σε λίγα μόλις δευτερόλεπτα και εγώ ανήσυχη θα τον εκλιπαρούσα να κατέβει από το εργοτάξιο. Δεν φαίνεται να σκέφτονται το ίδιο και οι –ασήμαντες εμφανισιακά– θηλυκές υφάντρες. Όσο τα αρσενικά ολοκληρώνουν το ακροβατικό τους νούμερο, αυτές κάθονται κάπου εκεί κοντά και παρακολουθούν την όλη διαδικασία αμέτοχα, αφήνοντας μόνο πού και πού κάποια τιτιβίσματα, αλλά δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι έχουν καταληφθεί κι από ιδιαίτερη ανησυχία για την έκβαση του εγχειρήματος. Όχι πως τα αρσενικά θα επηρεάζονταν δηλαδή, καθώς είναι τελείως απορροφημένα από το κατασκευαστικό τους έργο.
Λίγες μέρες αργότερα κάποιοι από τους φτερωτούς μας φίλους έχουν ήδη τελειώσει την ελλειψοειδή φωλιά τους, αφήνοντας ένα άνοιγμα στο κάτω μέρος, ίσα ίσα για να μπαινοβγαίνουν. Στον πάτο της φωλιάς το θηλυκό θα γεννήσει και θα κλωσσήσει τα αυγά, πάντα υπό την προϋπόθεση πως θα βρεθεί κάποιο θηλυκό που μ’ αυτή τη φωλιά θα είναι happy –μια έκφραση που συνηθίζεται πολύ στη Νότια Αφρική– και θα την αποδεχθεί για το σκοπό του ζευγαρώματος.
Ένας αρσενικός υφαντής έχει ολοκληρώσει τώρα μια φωλιά που κατά την άποψή του ανταποκρίνεται πλήρως στις προσδοκίες του. Είναι ο πρώτος από το συνεργείο κατασκευών που θα καλέσει μια θηλυκιά να εκφέρει την πραγματογνωμοσύνη της. Για λόγους ευκολίας θα δώσω στον αξιαγάπητο αυτό τυπάκο το όνομα Εμίλ. Ο Εμίλ, λοιπόν, μπαινοβγαίνει μερικές φορές στη φωλιά, για να δει αν το άνοιγμα έχει το απαιτούμενο μέγεθος, το οποίο δεν πρέπει να είναι υπερβολικά μεγάλο, αλλιώς θα κυλήσουν τα αυγά έξω από τη φωλιά ή κάποιος από τους πολλούς εχθρούς που παραμονεύουν εκεί γύρω θα βρει την ευκαιρία να τρυπώσει μέσα. Έτσι μπαλώνει και διορθώνει λίγο ακόμα όπου υπάρχει ανάγκη, και νάτο: το έργο, έχει ολοκληρωθεί. Τσιριτρί τσιριτρό… με τύμπανα και τρομπέτες… τατατατάν… τουτέστιν με απανωτά τσιρίγματα, ο Εμίλ προσπαθεί να προσελκύσει τη διαλεχτή του και διαλαλεί το νεόκτιστο οικοδόμημά του, που από δω και στο εξής θα είναι διαθέσιμο για επιθεωρήσεις.
Η θηλυκιά, που πάλι για λόγους ευκολίας θα τη βαφτίσουμε Λόττε, όλες αυτές τις ημέρες κάθεται βαριεστημένη και παρακολουθεί σουφρώνοντας το ράμφος της επιτιμητικά. Η Λόττε λοιπόν, σαν να λέμε η Διεύθυνση Πολεοδομίας, μπορεί να ξεκινήσει πια με τον έλεγχο. Η σφαιρική φωλιά είναι νεόδμητη και θαλερά πράσινη, προσωπικά δεν βλέπω κάποιο λόγο να μην αρέσει στην εν δυνάμει σύζυγο. Με την περιέργεια κορυφωμένη στο έπακρο πιέζω τη μύτη στο τζάμι του παραθύρου, μην τυχόν και χάσω κάτι από τα γεγονότα που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη. Στην αρχή η Λόττε εξετάζει το οικοδόμημα απλώς με επικριτικό βλέμμα. Λίγο μετά όμως φαίνεται να χάνει τα αυγά και τα πασχάλια από την ταραχή της και κάνει μια φασαρία, που ποιος είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε. Με σπουδαιοφάνεια φτεροκοπάει νευρικά γύρω από τη φωλιά και την αξιολογεί επιθεωρώντας την από όλες τις πλευρές. Μετά γραπώνεται πάνω της και αρχίζει να την ταρακουνάει δυνατά πέρα δώθε, με προφανή σκοπό να ελέγξει τη σταθερότητα και αντοχή της μελλοντικής της κατοικίας.
Οι ήχοι που βγάζει, και που στόχος τους είναι να στείλουν κάποιο μήνυμα στον κακομοίρη τον Εμίλ, πολύ φοβάμαι ότι δεν αφήνουν περιθώρια για θετικές ερμηνείες. Και να που οι φόβοι μου επαληθεύονται. Σύμφωνα με την άποψη της κυρίας, οι ικανότητες του Εμίλ ως οικοδόμου παρουσιάζουν σημαντικές ελλείψεις. Έτσι, ακολουθώντας την αντίστροφη πορεία από τον Εμίλ, ο οποίος αγόγγυστα έπλεκε υπομονετικά την κάθε φυτική ίνα μέσα στην άλλη, η Λόττε η καταστροφέας ξηλώνει φύλλο φύλλο όλο το οικοδόμημα. Κυριολεκτικά το κάνει φύλλο και φτερό. Η καταστροφική της μανία δεν γνωρίζει όρια. Χωρίς να καταβάλει την παραμικρή προσπάθεια να κρύψει τον θυμό και τα νεύρα της, τσιμπάει, τραβάει και σκίζει με το ράμφος της τα πάντα, μέχρι να τα κάνει όλα γης μαδιάμ, ξεσηκώνοντας ταυτόχρονα τον κόσμο με τις φωνές της. Εάν ο Dr. Dolittle* βρισκόταν κάπου εδώ κοντά, θα έδινε πιθανόν την εξής μετάφραση: «Ανάξιο πλάσμα! Τίποτα, μα τίποτα, δεν καταφέρνεις να κάνεις σωστά! Πόσες φορές σου έχω πει ότι τα χορτάρια δεν τα πλέκουμε από τα αριστερά προς τα δεξιά, αλλά από τα δεξιά προς τα αριστερά; Αλλά, βέβαια, ξέχασα! Εσύ τα ξέρεις όλα! Δες τα χάλια σου τώρα. Ξεκίνα πάλι απ’ την αρχή να χτίζεις! Άντε να βλέπω!»
Αφού σκορπίζεται στο έδαφος και το τελευταίο κομματάκι του καλλιτεχνήματος πέφτει σιωπή. Τι χαμός ήταν αυτός! Δεν πιστεύω στα μάτια μου! Το προϊόν τόσων ημερών δουλειάς, η αριστουργηματική τεχνική, οι θηλιές και οι κόμποι που με τόσο μεγάλη προσοχή, με τόσο λεπτεπίλεπτη ακρίβεια είχαν πλεχτεί μεταξύ τους, καταστράφηκαν βίαια μέσα σε λίγες στιγμές και κείτονται καταγής στο γρασίδι. Προβλέπεται ξεγυρισμένος καβγάς.
Ποια είναι όμως η αντίδραση του αφέντη του σπιτιού; Το βλέμμα μου στρέφεται στον Εμίλ. Καμία. Κάθεται ήσυχα ήσυχα επάνω σε ένα κλαδί. Το μόνο που κάνει όλη την ώρα είναι να παρακολουθεί το θέαμα. Δεν ορμάει να της φάει το λαρύγγι, να της μαδήσει το φτέρωμα. Τίποτε απ’ αυτά δεν περνάει από το μυαλό του. Ούτε καν να υπερασπιστεί το οικοδόμημά του. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ποιος φοράει τα παντελόνια.
Ο Εμίλ ξεκινάει πάλι από την αρχή τη σισύφεια προσπάθειά του, κι αυτή τη φορά μετά την επιθεώρηση η Λόττε δεν μπαίνει καν στον κόπο να διαλύσει τη φωλιά με τον περίτεχνο τρόπο που το έκανε πριν… Της αρκεί να λύσει τη θηλιά που την κρατάει στερεωμένη στο κλαδί, κι η φωλιά σκάει απλά στο έδαφος… Εδώ μπορεί να συμβαίνουν δύο τινά: είτε ο Εμίλ είναι ένας πολύ νέος και άπειρος ακόμα φωλεοδόμος είτε έκανε το μοιραίο λάθος να ξεκινήσει σχέση με το μεγαλύτερο στραβόξυλο ανάμεσα στις θηλυκές υφάντρες. Άλλα θηλυκά έχουν ήδη αρχίσει να προετοιμάζουν τη φωλιά που έφτιαξε ο σύντροφός τους για την υποδοχή των απογόνων, στρώνοντας το εσωτερικό με φτερά, μαλλί και βρύα που τα κουβαλάνε από τη γύρω περιοχή. Τη Λόττε όμως δεν μπορείς να την ικανοποιήσεις με τίποτα. Μου είναι αδύνατο να δείξω τη γυναικεία μου αλληλεγγύη όταν έχω απέναντί μου καπριτσιόζες θηλυκές υφάντρες, όπως η Λόττε. Αχ και να μπορούσα να την πιάσω από τον φτερωτό της γιακά και να της τα ψάλω ένα χεράκι! Έτσι, ως γυναίκα προς γυναίκα, που λέμε. Θα της έλεγα της κυρίας ότι δεν πάει καλά, μα καθόλου καλά. Μα τι στο καλό έχει στο ξιπασμένο μυαλουδάκι της και του φέρεται έτσι του κακομοίρη του Εμίλ;
Μήνες αργότερα στο σπίτι μας στο Joburg έχει αδειάσει και το τελευταίο χαρτοκιβώτιο. Τα πανέμορφα έπιπλα που αποκτήσαμε στη Νότια Αφρική βρίσκονται όλα στη θέση τους. Όχι ότι δεν αντιμετωπίσαμε προβλήματα και καθυστερήσεις, αλλά τελικά καταφέραμε να διαμορφώσουμε το σπιτικό μας έτσι ώστε να επικρατεί μια ζεστή και οικεία ατμόσφαιρα. Νιώθουμε καλά εδώ στο Johannesburg. We are home now. Στο δέντρο μας ωστόσο κρέμονται τώρα πολλές εγκαταλειμμένες σφαιρικές φωλιές που έχουν χάσει το ζωηρό καταπράσινο χρώμα τους παίρνοντας εκείνο το ωχρό των ξερών χόρτων. Αρκετές από αυτές δεν κατοικήθηκαν ποτέ, γιατί κάποιες από τις συντρόφισσες της Λόττε είχαν παρόμοιες υψηλές απαιτήσεις. Ούτε καν μπήκαν στον κόπο να τις χαλάσουν ή να τις λύσουν από το κλαδί. Το μόνο που έκαναν ήταν να τις τιμωρήσουν με την περιφρόνησή τους, όπως αρμόζει σε μια δύστροπη κυρία με μπόλικα καπρίτσια.
Είναι αρκετός καιρός τώρα που δεν υπάρχει πια η παλιότερη κινητικότητα γύρω από το δέντρο, γιατί οι νεοσσοί μεγάλωσαν και έφυγαν. Όλο το σκηνικό θυμίζει χριστουγεννιάτικο δέντρο στολισμένο χωρίς μεράκι και φροντίδα, που οι κάτοχοί του αμέλησαν να ξεκρεμάσουν τις χριστουγεννιάτικες μπάλες και αυτές τώρα λόγω της επίδρασης των καιρικών συνθηκών άρχισαν σιγά σιγά να θρυμματίζονται και να σκορπίζουν. Και ο άνεμος, που λικνίζει πέρα δώθε τις κατάξερες σφαιρικές φωλιές και κάποιες από αυτές τις έχει ρίξει στο χώμα, κάνει όλο αυτό το σκηνικό να μοιάζει κάπως με μια πόλη-φάντασμα της Άγριας Δύσης, όπου τα tumbleweeds, οι ξερές μπάλες των ξεριζωμένων θάμνων, παρασυρμένα από τον αέρα κυλάνε στους άδειους δρόμους…
*Dr. Dolittle: Βασικός χαρακτήρας σε παιδικά βιβλία του Hugh Lofting που έχει την ικανότητα να μιλάει με τα ζώα.
Μετάφραση από τα γερμνικά: Κατερίνα Τσαουσίδου
Φιλολογική επιμέλεια: Βασίλης Πάγκαλος
Copyright 2018 Christina Antoniadou / All rights reserved
Υπεροχες φωτογραφιες, εξαιρετικη περιγραφη! Η ιστορια με τα πουλια-υφαντες θα μπορουσε να αποτελεσει τη βαση για τη δημιουργια ενος παραμυθιου!
Πιάστηκε η ψυχή μου με τον έρμο τον παντέρμο οσιομάρτυρα, τον Εμίλ! Τι συντριβή θα έπαθε, ειδικά τη δεύτερη φορά! Κανονικά θα έπρεπε να της αστράψει δυο … τσιμπιές! Ώρες ώρες οι γυναίκες είμαστε… Πάντως, οι άδειες μπαλίτσες που κρέμονται από τα δέντρα είναι και ένας είδος διακόσμησης, έστω και αν θυμίζουν, λίγο άκαιρα, Χριστούγεννα.
Απόλαυση. Πώς μου αάααααρεσαν τα ελληνικά … και άλλα.
Πολύ γλαφυρές περιγραφές, διάβασα όλα τα κείμενα με τη μία!
Λίγο στρίγγλες, τα θηλυκά. Είναι όμως συμπαθητικά πουλάκια και ξέρουν τι θέλουν. Μου αρέσει η παρατηρητικότητα σου.
Τι όμορφες εικόνες!!! Πόσο μοιάζει η μικρή κοινωνια των πουλιών με τη δική μας την ανθρωπινη…και δυστυχώς πολύ σπάνια της δινουμε σημασια… ¨όμως η φύση μας εκπλήσσει πάντα…Μπράβο στην παρατηρητικότητα σου Χριστίνα και στην υπομονή σου να μας μεταφέρεις τοσο παραστατικά πώς γίνεται η δημιουργία μιας φωλιάς…